24/12/16

Eθνική Μουσική Σχολή

Δημοτικό Θέατρο Αθηνών
Η ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους, η ανάπτυξη των μεγάλων αστικών κέντρων αλλά και η ανάδυση νέων κοινωνικών ομάδων, δημιούργησαν ένα καινούριο μουσικό γούστο στην υπό διαμόρφωση ελληνική αστική τάξη, στραμμένο προς την Ευρώπη. Η μουσική εκπαίδευση στην Ελλάδα, ύστερα και από την ένωση των Επτανήσων με το Ελληνικό κράτος, είχε ανατεθεί κυρίως σε Επτανήσιους μουσικούς. Όμως, σταδιακά από τα τέλη του 19ου αιώνα, η γερμανική μουσική (η οποία είχε ήδη κατακτήσει τα μεγάλα σαλόνια της Ευρώπης) αρχίζει να εισχωρεί και στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα οι πιο "ιταλοπρεπείς" Επτανήσιοι να αρχίσουν να παραγκωνίζονται. Η συστηματοποίηση της μουσικής εκπαίδευσης αρχίζει ουσιαστικά με την ίδρυση του Ωδείου Αθηνών το 1871, έτσι δημιουργήθηκε και μια άτυπη διαμάχη ανάμεσα στους μουσικούς από τα Επτάνησα και τους "γερμανόφρονες" συνθέτες. Οι πρώτοι συνθέτες που θεμελιώνουν στις αρχές του 20ου αιώνα τη νεοελληνική εθνική σχολή είναι οι: Διονύσιος Λαυράγκας, Γεώργιος και Ναπολέων Λαμπελέτ, Μανώλης Καλομοίρης, Μάριος Βάρβογλης και Αιμίλιος Ριάδης. Η δράση τους, εκτός από το καθαρά δημιουργικό τους έργο, απλώνεται και σε άλλους σοβαρούς τομείς, όπως η μουσική εκπαίδευση, η συλλογή, μελέτη και εναρμόνιση δημοτικών τραγουδιών κ.ά. Πολλοί υπήρξαν βέβαια οι παράγοντες που συνέβαλαν ή επηρέασαν το έργο τους, όπως ήταν το πνευματικό έργο της εποχής και κυρίως η ποίηση (Παλαμάς, Σικελιανός κ.ά.), τα περιοδικά της εποχής (Νουμάς), το θέατρο (Βασιλικό, Νέα Σκηνή του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου), αλλά και οι διάφορες εθνικές μουσικές σχολές της Ευρώπης. Στα πρώτα της βήματα η σχολή αναζήτησε τις βάσεις για να στηριχθεί, στην παραδοσιακή ελληνική μουσική και συγκεκριμένα στο δημοτικό τραγούδι και τη βυζαντινή υμνωδία, αφού το έντεχνο στοιχείο που χαρακτηρίζει τις ευρωπαϊκές σχολές, δεν υφίστατο ακόμη στην ελληνική μουσική.

Ο Μανώλης Καλομοίρης που εγκαταστάθηκε το 1910 οριστικά στην Ελλάδα και την Αθήνα, θεωρείται ο ιδρυτής και ο οργανωτής της ελληνικής εθνικής μουσικής σχολής. Ο Καλομοίρης, διορίζεται καθηγητής πιάνου και ανώτερων θεωρητικών στο Ωδείο Αθηνών και μέσα από την αρθρογραφία του στο περιοδικό "Νουμάς"υποστήριζε σθεναρά τις απόψεις του για τον δημοτικισμό και για μια εθνική σχολή μουσικής στα γερμανικά ρομαντικά πρότυπα με ενσωματωμένα «ελληνικά» θέματα και μοτίβα» ενώ παράλληλα επιτίθεται στους επτανήσιους συνθέτες -κυρίως τον Γεώργιο Λαμπελέτ και τον Σπύρο Σαμάρα- για "ιταλισμό" και "για μη χρήση ελληνικών θεμάτων" ενώ κρίνει την ιταλική μουσική ως «εμπορική». Μάλιστα το 1919 ιδρύει το Ελληνικό Ωδείο και αργότερα το 1926 το Εθνικό Ωδείο με τα παραρτήματά τους στις διάφορες πόλεις, βοηθώντας έμπρακτα να πλατύνει ο κύκλος των σπουδαστών μουσικής. Ο Καλομοίρης τις απόψεις του αυτές τις αναθεώρησε αργότερα, λίγο πριν τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, οπότε και είχε αναγνωριστεί από το ευρύ κοινό ως η σημαντικότερη προσωπικότητα της εθνικής μουσικής σχολής, έχοντας δημιουργήσει έναν σημαντικό κύκλο Ελλήνων συνθετών, με στόχο την προβολή του έργου της σχολής στο εξωτερικό. Ο Καλομοίρης καθιερώνει στη συνέχεια την υποδιαίρεση της ελληνικής εθνικής μουσικής σε τρεις σχολές: Την Επτανησιακή, την Εθνική και του μοντερνισμού (μετά τον Σκαλκώτα).

Στους συνθέτες της εθνικής μουσικής συμπεριλαμβάνονταν και οι: Μενέλαος Παλλάντιος, Δημήτρης Λεβίδης, Γεώργιος Σκλάβος, Πέτρος Πετρίδης, Λώρης Μαργαρίτης, Γεώργιος Πονηρίδης, Ανδρέας Νεζερίτης Αγαμέμνων Μουρτζόπουλος κ.ά. Ξεχωριστή θέση πρέπει να δοθεί στον πιανίστα, συνθέτη και μαέστρο Δημήτρη Μητρόπουλο, που, τελικά, καθιερώθηκε σαν διευθυντής ορχήστρας και διηύθυνε κατά καιρούς τις μεγαλύτερες συμφωνικές ορχήστρες του κόσμου, προωθώντας σημαντικά τα έργα Ελλήνων συνθετών στο εξωτερικό.

Τα κοινά χαρακτηριστικά των Ελλήνων συνθετών, όσον αφορά στη μουσική τους δημιουργία, μπορούν να συνοψισθούν στα εξής:
  • τη χρησιμοποίηση λαϊκών τραγουδιών και μοτίβων που δεν στηρίζονται στην ευρωπαϊκή μείζονα και ελάσσονα κλίμακα
  • τη χρήση ασύμμετρης μετρικής αγωγής (μέτρων) όπως τα επτά όγδοα (7/8), πέντε όγδοα (5/8) κ.ά.
  • την ιδιότυπη αρμονική γλώσσα, απόρροια των νέων κλιμάκων, με έμφαση στο τροπικό στοιχείο

Το Δαχτυλίδι της Μάνας": Κάλαντα
https://www.youtube.com/watch?v=sGJC8uQNK-c
Παιδική Χορωδία ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΑΛΟΜΟΙΡΗΣ - Κάλαντα από την 1η πράξη της όπερας "Το Δαχτυλίδι της Μάνας"



          
Πρωτομάστορας
https://www.youtube.com/watch?v=2Bs59oxEMtM
Η Εισαγωγή από την 1η όπερα του Μανώλη Καλομοίρη «Πρωτομάστορας», βασισμένη στον μύθο του Γιοφυριού της Άρτας και του ομώνυμου δράματος του Νίκου Καζαντζάκη.

    

1 σχόλιο:

  1. Πρώτος μεταξύ άλλων ο Γεώργιος Λαμπελέτ (1875-1945) παρακινεί με τη μελέτη του "H Εθνική Μουσική" τους Έλληνες μουσουργούς να εμπνευστούν από το δημοτικό τραγούδι γιατί όπως δηλώνει «η δημοτική μούσα στη ποίηση και στη μουσική μας, παρουσιάζει ολόκληρη τη σύγχρονη ελληνική ψυχή». Παράλληλα τους ωθεί να καλλιεργήσουν την ελληνική μελωδία εφαρμόζοντας τεχνικές ευρωπαϊκού τύπου όπως η πολυφωνία και η τεχνική ανάπτυξής της με βάση την αντίστιξη και τη φούγκα. Πιστεύει ότι έτσι η μουσική που θα δημιουργηθεί θα είναι η αληθινή εθνική μουσική του μέλλοντος. Επόμενος πολύ σημαντικός δημιουργός, ο Διονύσιος Λαυράγκας (1860-1941) που η προσφορά του σηματοδοτήθηκε από την επί σαράντα χρόνια ακούραστη προσπάθειά του για τη δημιουργία και προκοπή του Ελληνικού μελοδράματος. Επίσης, ευτύχησε να δει ολοκληρωμένο το όνειρο της ζωής του, την ίδρυση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Ο δημιουργός που εδραιώνει οριστικά την νεοελληνική μουσική προσανατολίζοντας την στα πρότυπα των εθνικών σχολών της Ευρώπης είναι ο Μανώλης Καλομοίρης (1883-1962). Γεννημένος στη Σμύρνη και με σπουδές στη Βιέννη είναι εκείνος που ονειρεύτηκε να δημιουργήσει μια αληθινά εθνική μουσική βασισμένη από τη μία στα δημοτικά μας τραγούδια και από την άλλη στολισμένη με τα τεχνικά μέσα των λαών της Ευρώπης και κυρίως των Γερμανών, Γάλλων, Ρώσων και Νορβηγών. Η πλούσια συνθετική δημιουργία είναι έντονα επηρεασμένη από τους θρύλους, την ποίηση και τον έντεχνο νεοελληνικό λόγο (Καζαντζάκης, Σικελιανός, Παλαμάς, Χατζόπουλος). Εξίσου σημαντική μουσική παρουσία ο Μάριος Βάρβογλης (1885-1967) συνδημιουργός της Εθνικής Μουσικής Σχολής με τον Μανώλη Καλομοίρη. Επηρεασμένος κυρίως από τη Γαλλική μουσική κυρίως λόγω σπουδών, το έργο του χαρακτηρίζουν η κομψότητα, το μέτρο και η απλότητα. Εν συνεχεία ο Αιμίλιος Ριάδης (1886-1935) είναι ο συνθέτης που φέρεται να διαδραμάτισε πρωτεύοντα ρόλο στη δημιουργία και εδραίωση της Εθνικής Μουσικής Σχολής. Με σπουδές σε διάφορα μέρη του κόσμου και συνεπεία αυτού την επαφή του με διαφορετικά μουσικά στυλ, κατάφερε να δημιουργήσει ένα ξεχωριστό εντελώς προσωπικό ύφος. Από την άλλη το έργο του συνθέτη Δημήτρη Λεβίδη (1886-1951) χαρακτηρίζει η συστηματική μελέτη των αρχαίων ελληνικών και ανατολικών κλιμάκων δημιουργώντας μια ιδιόρρυθμη αρμονική γλώσσα, με έξοχες αντιστικτικές επινοήσεις και ηχοχρώματα. Ακόμα ένας συνθέτης που ακολουθεί τις τάσεις της Εθνικής Μουσικής Σχολής, ο Γεώργιος Σκλάβος (1888-1976) έγραψε κυρίως όπερες και σκηνική μουσική. Επίσης, χρημάτισε διευθυντής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής από το 1946 έως το 1949. Ακολουθούν πολλοί ακόμη αξιόλογοι καλλιτέχνες όπως ο Πέτρος Πετρίδης, Ο Γεώργιος Πονηρίδης, ο Ανδρέας Νεζερίτης, ο Αντίοχος Ευαγγελάτος, ο Θεόδωρος Καρυωτάκης, ο Γιάννης Κωνσταντινίδης ο Νίκος Αστρινίδης και ο Σόλων Μιχαηλίδης. Νέοι δρόμοι όμως ανοίγονται τη δεύτερη και τρίτη δεκαετία του 20ού αιώνα με το συνθετικό έργο του Δημήτρη Μητρόπουλου. Διαφέρει ριζικά από το έργο των συνθετών της Εθνικής Μουσικής Σχολής, αφού είναι κύρια επηρεασμένο από τον Κλωντ Ντεμπυσύ και τις νεότερες μουσικές τάσεις. Τέλος, το καινούργιο κεφάλαιο στην ελληνική μουσική ιστορία ανοίγεται με τον Νίκο Σκαλκώτα (1904-1949), το έργο του οποίου αναγνωρίζεται σήμερα ως ένα από τα σημαντικότερα της μουσικής δημιουργίας του 20ού αιώνα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Συνολικες Προβολες